Για να τα "φτιάξω" με τη Μίρκα έπρεπε πρώτα να περάσω το δύσκολο "τεστ του σογιού"! Δηλαδή να με εγκρίνουν η μαμά, η γιαγιά κι ο μπαμπάς της.
Οι γιαγιάδες είναι η ειδικότητά μου! Τις "έχω". Σε όλες τις γιαγιάδες αρέσουν τα βερμουτάκια κι οι παλιές ιστορίες της βασιλικής οικογένειας. Και σε κάτι τέτοια εγώ έχω ξεσκολίσει...
Η μαμά, όπως όλες οι μαμάδες, ήταν παραδόπιστη. Ο "γαμπρός" πρέπει να έχει γεμάτο πορτοφόλι. Γι΄αυτό και σε κοιτάζει κατευθείαν στην τσέπη, ελέγχει με τι αμάξι ήρθες, τι φοράς, τι δώρο έφερες.
Εγώ φημίζομαι για τις αφραγκίες και την κακογουστιά μου. Ας είναι καλά ο κολλητός που μου δάνεισε το σένιο μπουφανάκι του και το σπορτίβ αμαξάκι του. Αν πρόσθετα και λίγη καλή ηθοποιία, η μαμά σίγουρα θα με θεωρούσε "κελεπούρι"...
Ο μπαμπάς, όπως και όλοι οι μπαμπάδες, είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του γκόμενου. Αισθάνεται την ανάγκη να προστατέψει το κοριτσάκι του από κάθε κακόν, και ιδιαίτερα από σένα που θες να μουρνταρέψεις την πριγκίπισσά του...
Τελικά, έβαλα τα δυνατά μου και τον "κέρδισα" κι αυτόν. Έφθασε στο σημείο ακόμα και να ζητήσει τη γνώμη μου για τους χειρισμούς του Βαρουφάκη και για το πρόβλημα του Θρύλου στο κέντρο της άμυνας!
Επίσης, μου παραχώρησε το δικό του κουτάκι μπύρας και σηκώθηκε να πάρει άλλο απ’ το ψυγείο. Και φεύγοντας, όταν του δηλώσαμε πως δεν θα επιστρέφαμε το βράδυ σπίτι, δεν με κοίταξε με το γνωστό δολοφονικό βλέμμα των μπαμπάδων...
Η "μάχη του σογιού" κερδήθηκε, αλλά ο πόλεμος χάθηκε! Γιατί στις ερωτικές σχέσεις συνήθως νικάς το λιοντάρι αλλά σε τρώει το σκουλήκι. Δηλαδή η τριβή και η απομυθοποίηση της σκληρής καθημερινότητας.
Η Μίρκα γούσταρε να πηγαίνω πίσω της την ώρα που μαγείρευε ή έπλενε τα πιάτα και να την αγκαλιάζω τρυφερά. Αλλά εμένα δεν "μου έβγαινε"! Γενικά, δεν είμαι και πολύ της αγκαλίτσας. Όταν πάω ν’ αγκαλιάσω γυναίκα κάνω σα να πρόκειται να πιάσω κανέναν κάκτο! Απλώς τυλίγω γύρω της τα χέρια μου σαν ξερά...
Μου την έδινε που οι κολλητοί της την αποχαιρετούσαν φιλώντας την στο στόμα.
Και είχα την απαίτηση να μη βάφεται. Μου άρεσε έτσι όπως τη γέννησε η μάνα της, χωρίς κρέμες, πούδρες, ρουζ, αϊλάινερ και σκιές ματιών. Εκείνη νόμιζε πως με όλ’ αυτά μετατρέπεται σε "έργο τέχνης"! Αλλά εμένα μου έμοιαζε τσιγγάνα τουρκογύφτισσα σε λατέρνα.
Κάθε φορά τσακωνόμασταν γι’ αυτό το θέμα. Εκείνη πάντα με κατηγορούσε πως δεν ήθελα να βάφεται για να μην φαίνεται όμορφη στις εξόδους μας ή γιατί βαριόμουν να την περιμένω να βαφτεί...
Μια άλλη διαφωνία μας ήταν στο σεξ. Εγώ στα προκαταρκτικά ήθελα να καθιερώσω μια δικιά μου τελετουργία. Την υπέβαλα σε κάθε είδους βασανιστικής δοκιμασίας γαργαλήματος. Στην κοιλιά, στις πατούσες, στις μασχάλες... Μου άρεσε να της χώνω τριχούλες στη μύτη, να της χαϊδεύω με φτερά το εσωτερικό των αυτιών. Έχω εμπνευστεί απ’ τους Εσκιμώους που στη γλώσσα τους αντί για "κάναμε έρωτα" χρησιμοποιούν τη λέξη "γελάσαμε"! Αλλά η Μίκρα τα σιχαινόταν όλ’ αυτά.
Την εκνεύριζε επίσης πως όταν την περιέγραφα σε τρίτους αναφερόμουν πάντα στις ωραίες της γάμπες, στον τουρλωτό πισινό και στα πεπονέ βυζάκια της. Το ’χε παράπονο: "ποτέ δεν είπες στους φίλους σου πόσο έξυπνη, ταλαντούχα και στυλάτη είμαι"...
Γενικά, είχαμε ένα πρόβλημα στις παρέες μας με τους άλλους. Η Μίρκα ήθελε να τηρούμε σοβαρή στάση. Εγώ, αντίθετα, μάλλον μπεμπέκιζα. Της απευθυνόμουν με διάφορα υποκοριστικά, τύπου "σπανακοτυροπιτούλα μου" ή "μπουγατσούλα μου". Και διαμόρφωσα μια δική μας κωδική γλώσσα που στους άλλους φαινόταν κορακίστικα. Η Μίρκα διαφωνούσε με τις τακτικές αυτές. Έλεγε πως γινόμαστε το εκνευριστικό ζευγαράκι με τα κρυφόγελα και τις μωρουδίστικες σαχλοκούβεντες...
Όπως ήταν επόμενο, η σχέση αυτή δεν μπορούσε να μακροημερεύσει...