Καμιά φορά αναπολώ
τα χρόνια
της μεγάλης μου παρακμής.
Σε μια σοφίτα-κοτέτσι
παρέα με μια ξεπεσμένη πουτάνα.
Πίναμε φτηνό κρασί
και καπνίζαμε κλεμμένα πουράκια.
Περπατούσα ξυπόλυτος
μ' ένα σκισμένο σώβρακο
και τ' άσχημα παπάρια μου
να κρέμονται απ' έξω...
"Είμαι διάνοια!", ούρλιαζα.
"Σκατά! Ένας μαλάκας είσαι!"
μου απαντούσε εκείνη.
Κι ο διαχειριστής της πολυκατοικίας
έκανε παράπονα πως ενοχλούμε
και καλούσε την αστυνομία.
Κι εμείς βάζαμε το κρεβάτι
πίσω απ' την πόρτα.
Κι οι μπάτσοι προσπαθούσαν
να μας καλοπιάσουν:
"Ξέρουμε πως είστε καλοί άνθρωποι,
απλά ανοίξτε μας!".
Κι εμείς κάναμε τους ψόφιους κοριούς
και συνεχίζαμε να πίνουμε
αγναντεύοντας αμίλητοι
την κορυφή του πύργου Αμπελοκήπων...
Τη φωτεινή διαφήμιση της Ιντεραμέρικαν
και της Άραγκ-νομική προστασία.
Αυτή ήταν η μόνη ζωή
που μου επέτρεπαν
τα οικονομικά μου...
Σάπιες αναμνήσεις
ενός σάπιου παρελθόντος...
Αν ρωτούσες για μένα
τις γκόμενες που είχα τότε
θα σου απαντούσαν
"του αρέσει να κοιμάται,
να πίνει,
δεν θέλει να πηγαίνει πουθενά...
εκτός απ' τον ιππόδρομο,
τι ηλίθιο μέρος!"
Γυναίκες μαλακισμένες,
σπαζαρχίδες,
που εξαφανίζονταν ξαφνικά
χωρίς προειδοποίηση
ή εξηγήσεις...
Αλλά είχαν φοβερά κορμιά
κι εγώ ήμουν νέος
και τρελός από κάβλα...
Έχω εξαφανίσει όλα τα τηλέφωνα
των πρώην μου.
Γιατί όταν μεθάω
τους τηλεφωνώ!
"Έλα μωρό μου, εγώ είμαι"
"Ζεις ακόμα σ' εκείνο το κοτέτσι?"
"Ναι, κι είμαι σκνίπα
κι είπα να σου ρίξω
ένα τηλεφώνημα"
"Ώστε πάλι μέθυσες..."
"Ναι. Το λοιπόν εντάξει
σε χαιρετώ τώρα..."
Εικοσιπέντε χρόνια πέρασαν
κι ακόμα με μισεί!
Τόσο κακός ήμουν
γαμώ το μου?
Αλλά εδώ και χρόνια
είμαι σε άλλη φάση.
Αποφάσισα λίγο να συμμαζευτώ
κι αποτραβήχτηκα.
Άλλωστε και να θέλω
δεν μπορώ πλέον να είμαι
ένας άντρας-δονητής...