Με τον Λιγδιάρη είμαστε κολλητοί χρόνια. Γνωριστήκαμε γύρω στα 1988, όταν εγώ ήμουν φοιτητής κι εκείνος δούλευε σ' ένα μηχανουργείο πίσω απ' τον Άι-Διονύση στον Πειραιά. Δεν είχαμε πολλά κοινά σημεία. Μόνο δυο πράγματα μας ένωναν. Ο Ολυμπιακός και το ότι μπλέκαμε συνέχεια με τις πιο ακατάλληλες γυναίκες.
Επίσης, ο Λιγδιάρης είναι μάγκας, μπρατσαράς και γιγαντόσωμος. Το ακριβώς αντίθετο από μένα. Οπότε πολλές φορές το έπαιξα κι εγώ μάγκας με τις πλάτες του κι ακόμα περισσότερες με έσωσες απ' του χάρου τα δόντια...
Προχθές το βράδυ την πέσαμε σε μια γκομενίτσα στην μπυραρία. Δηλαδή εγώ την έπεσα και μετά μπήκε στο παιχνίδι κι εκείνος. Η γκόμενα το έπαιζε στην αρχή σκληρή. Απαξιωτική κι ανάγωγη. "Έχεις δει ποτέ τα μούτρα σου στον καθρέφτη;", με ρώτησε. Και στο καπάκι... "είχες ποτέ κανονική γκόμενα;". Κι όταν της είπα "ναι", είχε έτοιμη την απάντηση... "Τελικά πάντα υπάρχει κάποια για όλους!".
Μου αρέσουν οι επιθετικές τύπισσες και συνέχισα το παιχνίδι. Στο τέλος της νύχτας τα είχαμε πάει περίφημα. Το γκομενάκι μάς προσκάλεσε σπίτι της το επόμενο βράδυ που οργάνωνε "πιτζάμα-πάρτι" με τις φίλες της.
Για να μην τα πολυλογώ, φτάσαμε στις οκτώ το βράδυ σε μια πλατεία της Νίκαιας, πίσω από ένα περίπτερο, και φωνάξαμε τ' όνομά της όπως μας είχε υποδείξει.
Η δικιά μας εμφανίστηκε στο μπαλκόνι του τέταρτου ορόφου μιας πολυκατοικίας γυμνή απ' τη μέση και πάνω και μας πέταξε δυο κλειδιά σε μια μαύρη κάλτσα.
Ανοίξαμε την εξώπορτα, ανεβήκαμε τα σκαλιά (το ασανσέρ δεν δούλευε), ξεκλειδώσαμε και την πόρτα του διαμερίσματος και βρεθήκαμε σ' ένα σαλονάκι με τρεις κοπέλες κυριολεκτικά αδιάφορες.
Η δικιά μας ήταν στο μπάνιο κι από κει άρχισε να μας δίνει εντολές για να βάλουμε μπροστά το πλυντήριο που ήταν στο μικρό χολάκι. Οι εντολές της αφορούσαν αποκλειστικά εμένα και τον Λιγδιάρη.
Εκεί έχω τα ρούχα μου, ξεχωρίστε τα χρωματιστά, στο ντουλαπάκι είναι το υγρό, ρίξτε το στο κουτάκι κάτω αριστερά, γυρίστε τον διακόπτη ... κι άλλες τέτοιες παπάτζες.
"Ρε φίλε, τι παίζει εδώ;", ρωτάω τον κολλητό μου.
"Πάμε να φύγουμε", μου λέει, "δεν βλέπεις πόσο βαρετές είναι οι χαζοβιόλες;"
Αλλά εμένα με έτρωγε η αγωνία να δω τη συνέχεια του έργου. Και τον παρακάλεσα να κάτσουμε ακόμα λίγο.
Επιτέλους, μια απ' τις τύπισσες στο σαλόνι άνοιξε το στόμα της. "Εμείς εδώ πίνουμε ζεστό νερό με μέλι και λεμόνι, αν θέλετε μπορείτε να φτιάξετε κι εσείς". Μου έδειξε που είναι τα υλικά, τα έριξα μέσα σ' ένα κατσαρολάκι και πήγα στην ηλεκτρική κουζίνα να τα βράσω.
Δοκίμασα όλα τα μάτια, φαίνονταν χαλασμένα. Ίσως πίεσα πολύ έναν διακόπτη και μου έμεινε στο χέρι. "Βρε μαλάκα, πάλευα όλο το μεσημέρι να το φτιάξω" ούρλιαξε η τύπισσα.
Χμμμ αναμένεται ένα απρόβλεπτο και συγκλονιστικό βράδυ απόψε. Αυτό το έργο δεν λέει να το χάσουμε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου