Στη
Συνδιάσκεψη Ειρήνης της Χάγης το 1907
προστέθηκε διάταξη που όριζε πως οι
Αρχές Κατοχής οποιασδήποτε χώρας
δικαιούνται σε κάθε είδους απολήψεις
από αυτή -σε χρήμα, είδος και υπηρεσίες-
για τις ανάγκες των στρατευμάτων κατοχής,
με την προϋπόθεση ότι αυτές θα είναι
ανάλογες με τους πόρους της κατεχόμενης
χώρας.
Στα
μέσα του 1941 η Γερμανία υποχρέωσε την
Ελλάδα να συντηρεί στην επικράτειά της
στρατεύματα κατοχής πολλαπλάσια των
αναγκαίων. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό
και με τη λεηλασία της αγροτικής
παραγωγής, οδηγούσαν τον ελληνικό λαό,
και ιδίως της Αθήνας και των άλλων
μεγάλων αστικών κέντρων, σε λιμοκτονία.
Στην
κατάσταση αυτή αντέδρασε όχι μόνο η
κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου αλλά
κι ο ίδιος ο Μουσολίνι μαζί με το Γερμανό
πληρεξούσιο για την Ελλάδα Άλντενμπουργκ,
που προειδοποίησαν το Βερολίνο για τον
επερχόμενο υποσιτισμό και ζήτησαν
επίμονα τη μείωση των γερμανικών εξόδων
κατοχής σε βάρος της Ελλάδας.
Οι
δυσοίωνες προβλέψεις επιβεβαιώθηκαν
το χειμώνα 1941-42, και ο ίδιος ο Γκαίμπελς
στο ημερολόγιό του σημείωνε πως η πείνα
στην Ελλάδα έχει καταστεί ενδημική
νόσος και πως στους δρόμους της Αθήνας
οι άνθρωποι πεθαίνουν κατά χιλιάδες
από εξάντληση.
Η
πείνα και η εξαθλίωση του ελληνικού
λαού απασχόλησε τις Δυνάμεις Κατοχής
μόνο στο βαθμό που υποκινούσε λαϊκές
εξεγέρσεις και αντίσταση. Το πρόβλημα
συζητήθηκε στη Δημοσιονομική Διάσκεψη
Εμπειρογνωμόνων του Άξονα που έγινε το
διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου 1942 στη
Ρώμη. Παρά τη γερμανική επιμονή για
υψηλή κεφαλαιοδότηση απ’ την Ελλάδα,
ο Ιταλός τραπεζίτης και πληρεξούσιος
της χώρας του στην Ελλάδα έδωσε μια λύση
που τυπικά ήταν συμβατή με την
προαναφερθείσα διάταξη της Χάγης: οι
δαπάνες των στρατευμάτων κατοχής στο
μέτρο που υπερβαίνουν τους πόρους και
τις οικονομικές δυνατότητες της Ελλάδεας
θα χρεώνονταν ως δάνειο της χώρας μας
προς τη Γερμανία και την Ιταλία.
Η
δανειακή σύμβαση υπογράφηκε τον Μάρτιο
του 1942, ερήμην της Ελλάδας, και ορίσθηκε
η αναδρομική ισχύς της απ’ την αρχή του
έτους. Η ελληνική κυβέρνηση ενημερώθηκε
εγγράφως εννιά ημέρες αργότερα, με την
απαραίτητη διευκρίνιση πως η δανειακή
σύμβαση ήταν υποχρεωτικά (αναγκαστικά)
εκτελεστή. Ο τότε υπουργός οικονομικών
έδωσε εντολή στην Τράπεζα της Ελλάδας
να καταβάλει τα δανειακά ποσά.
Το
άρθρο 2 της Σύμβασης προέβλεπε την
υποχρέωση της Ελλάδας να καταβάλλει
στις δυνάμεις του Άξονα 1,5 δισ. δραχμές
μηνιαίως. Οι αναλήψεις ποσών πέραν των
1,5 δισ. θα χρεώνονταν στις κυβερνήσεις
Γερμανίας και Ιταλίας ως δάνειο και θα
εξοφλούνταν σε μηνιαίες δόσεις. Το
Δεκέμβριο του 1942 υπογράφηκε νέα συμφωνία
που προέβλεπε, μεταξύ άλλων, την αύξηση
των δαπανών κατοχής από 1,5 σε 8 δισ.
δραχμές.
Ακολούθησαν
κι άλλες τροποποιητικές συμφωνίες, με
τελευταία αυτή του Οκτωβρίου 1943 μόνο
μεταξύ Ελλάδος και Γερμανίας καθώς, στο
μεταξύ, η Ιταλία άλλαξε στρατόπεδο και
δεν υπήρχαν πλέον στρατεύματά της στην
Ελλάδα. Οι τροποποιητικές αυτές συμφωνίες
περιείχαν έναν πολύ σημαντικό για τη
χώρα μας όρο: το αρχικό δάνειο μετατράπηκε
από “αναγκαστικό” σε “συμβατικό
ιδιωτικού δικαίου”. Η αλλαγή αυτή του
νομικού χαρακτήρα του δανείου σημαίνει
στην πράξη πως:
α)
Γεννά τόκους υπερημερίας.
β)
Γεννά συμβατική υποχρέωση ιδιωτικού
δικαίου προς επιστροφή του, άρα δεν
εντάσσεται στη Συμφωνία του Λονδίνου
του 1953 που είχε αναστείλει την καταβολή
μόνο των κάθε είδους πολεμικών αποζημιώσεων
και επανορθώσεων.
γ)
Εφόσον δεν ορίστηκε ρητώς κάτι άλλο,
εφαρμοστέο δίκαιο που διέπει το δάνειο
είναι το ελληνικό.
δ)
Αρμόδια δικαστήρια για να αποφασίσουν
για τυχόν διαφωνίες είναι τα ελληνικά,
αφού το προνόμιο της “ετεροδικίας”
που απολαμβάνουν τα κράτη ισχύει μόνο
για πράξεις τους που συνιστούν άσκηση
κυριαρχικής εξουσίας, κι όχι για συμβάσεις
ιδιωτικού δικαίου που συνάπτουν με
ξένες χώρες (όπως το “κατοχικό δάνειο”).
Η
Γερμανία άρχισε να επιστρέφει το δάνειο
απ’ τα μέσα του 1943. Από δημόσια έγγραφα
προκύπτει πως κατέθεσε στο Υπουρείο
Οικονομικών της Ελλάδας δύο επιταγές
προς είσπραξη τον Μάιο και Ιούλιο 1944,
χάριν μερικής εξόφλησης του κατοχικού
δανείου. Άρα θεωρούσε την επιστροφή του
ως νόμιμη συμβατική της υποχρέσωση. Και
η μέχρι σήμερα καθυστέρση καταβολής
των υπολοίπων δόσεων την καθιστά
υπερήμερη, άρα την επιβαρύνει με τους
αντίστοιχους τόκους.
Το
1967 η Γερμανία δέχθηκε και επισήμως πως
η Ελλάδα έχει νόμιμες αξιώσεις απ’ το
κατοχικό δάνειο. Και από το 1995 έχει
ουσιαστικά εγκαταλείψει όλους τους
έωλους νομικούς της ισχυρισμούς,
προβάλλοντας αποκλειστικά την ανάγκη
λήθης του παρελθόντος και τη θεμελίωση
μιας συνεργασίας με την Ελλάδα
προσανατολισμένης στο μέλλον.
Συμπέρασμα:
για τη διεκδίκηση του κατοχικού δανείου,
εφόσον ληφθεί η σχετική πολιτική απόφαση
της ελληνικής κυβέρνησης, μπορεί να
ακολουθηθούν τρεις δρόμοι:
α)
Της διαπραγμάτευσης. Είναι ο πλέον
ενδεδειγμένος κατά το παράδειγμα της
Γιουγκοσλαβίας και Πολωνίας που
ικανοποιήθηκαν για αντίστοιχες αξιώσεις
τους λαμβάνοντας το 1956 και 1971 τα ποσά
των 240 εκατ. μάρκων και 1 δισ. μάρκων
αντίστοιχα.
β)
Της προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο
της Χάγης. Αυτή όμως προϋποθέτει
αναγνώριση της δικαιοδοσίας του
Δικαστηρίου και από τα δύο κράτη, κάτι
που η Γερμανία δεν φαίνεται πρόθυμη να
κάνει.
γ)
Της προσφυγής στα ελληνικά δικαστήρια.
Πρόκειται για μια “εχθρική” συμπεριφορά
προς το γερμανικό κράτος, αλλά αποτελεί
και την τελευταία οδό διεκδίκησης του
κατοχικού δανείου αν η Γερμανία απορρίψει
τις δύο πρώτες λύσεις.
Όλα ερήμην
ΑπάντησηΔιαγραφήMονο που η ελληνικη(;) κυβερνηση δεν θα κανει τιποτα απο ολα αυτα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΕνδιαφέρον...
ΑπάντησηΔιαγραφή"ποιος του φταίει του Μιχάλη το ξερο του το κεφάλι"
ΑπάντησηΔιαγραφήΠ
Εκει που μας χρωσταγανε μας πηραν και το βοδι κ.α.
ΑπάντησηΔιαγραφήΠ
ωραίες ατάκες γράφουν σήμερα οι φίλοι σχολιαστές!
ΑπάντησηΔιαγραφήΚι η Χριστίνα θέτει και τον πυρήνα του προβλήματος που είναι κατεξοχήν πολιτικός...
να τους πάρουμε τα σώβρακα!
ΑπάντησηΔιαγραφήhttps://m.youtube.com/watch?v=YaX0DWZ0zhg
ΑπάντησηΔιαγραφήΠ
θα τους τα πάρουμε, Ανώνυμε, κι είναι και μεταξωτά! Αλλά δεν ξέρω αν ταιριάζουν στους πισινούς μας...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕνδιαφέρον φαίνεται το βιντεάκι Π.
Θα το δω αύριο το πρωί με τον καφέ μου...
Θενκς
http://periergaa.blogspot.gr/2014/10/blog-post_288.html
ΑπάντησηΔιαγραφήΥπάρχει καί ή άντίθετη άποψη ...
Πάντα υπάρχει κι η άλλη άποψη...
ΑπάντησηΔιαγραφή