Όταν τη γνώρισα έδειχνε να πληροί όλες τις προδιαγραφές της ιδανικής (για μένα) γυναίκας.
Με είχε εντυπωσιάσει ο ανεξάρτητος, δυναμικός κι αυτάρκης χαρακτήρας της. Έμοιαζε (να τονιστεί το "έμοιαζε", παρακαλώ), ν' απέχει πολύ απ' τη γυναίκα που θέλει να παντρευτεί γιατί τα χρόνια περνάνε.
Η ίδια δήλωνε (να τονιστεί επίσης και το "δήλωνε") πως δεν ήθελε μόνιμα μπερδέματα, αλλά την ενδιέφερε απλά να περνάει καλά. Κι έτσι τα φτιάξαμε για όσο θα περνούσαμε κι οι δυο μας καλά...
Η τύπισσα έμοιαζε να είναι "κάπως", αλλά τελικά αποδείχθηκε πως δεν ήταν!
Κι έρχομαι τώρα στην αυτοκριτική.
Εγώ γιατί έφαγα το παραμυθάκι που μου πούλαγε? Γιατί πίστεψα αυτό που μου έλεγε εκείνη κι αυτό που "έβλεπα" εκ πρώτης όψεως και δεν κρατούσα πισινή μέχρι να διαπιστώσω την πραγματικότητα?
Τελικά, ομολογώ πως δεν "έβλεπα" εκείνη, αλλά πρόβαλα στο πρόσωπό της τους δικούς μου ανεκπλήρωτους πόθους. Τα όνειρα και τις προσδοκίες που δεν μπόρεσα να ζήσω με τις άλλες γυναίκες...
Δυστυχώς, όλες οι σχέσεις που έκανα στιγματίστηκαν απ' την ανωριμότητά μου, την κλίση μου προς την απογοήτευση, την απόγνωσή μου μπροστά στη μοναξιά...
Και έφτανα πάντα στο ίδιο σημείο. Οι καυγάδες να γίνονται όλο και πιο συχνοί και να τελειώνουν με φωνές ή ένα δυνατό χτύπημα στην πόρτα. Κι όταν ξαναγύριζα, σε πολύ λίγο άρχιζε πάλι η επανάληψη. Η ίδια μακριά λίστα παραπόνων, τα ίδια εξαντλημένα επιχειρήματα, τσακωνόμασταν χωρίς καν ν' ακούει ο ένας τον άλλον.
Και κάποια στιγμή, νομοτελειακά, ερχόταν ο χωρισμός. Που τον βίωνα με τον ίδιο πάντα τρόπο. Αρχική ευφορία και απόλαυση της μοναξιάς. Και η ίδια αγωνία μην την βρω κάποια στιγμή στην πόρτα μου να με περιμένει κλαμένη και μετανιωμένη.
Αλλά σταδιακά, όσο χόρταινα την ελευθερία και την ανεξαρτησία μου, άρχιζε να μου λείπει. Με έτρωγαν τα δαχτυλάκια μου να της τηλεφωνήσω. Έδινα συγχαρητήρια στον εαυτό μου που δεν ενέδιδε στον πειρασμό. Και του έκανα το τραπέζι για επιβράβευση.
Αλλά ξέχναγα όλες τις κακές στιγμές μαζί της και θυμόμουνα μόνο τις ευχάριστες. Κι αυτό με έκανε να την σκέφτομαι όλο και περισσότερο. Να μου λείπει ακόμα πιο πολύ...
Πίνω ρακόμελα κι αρχίζω να της γράφω ποιηματάκια:
Καμιά δεν έχει το πρόσωπό σου,
τα χέρια σου, τα μάτια σου, τη φωνή σου.
Καμιά δεν τα έχει όλ' αυτά
ούτε καν εσύ η ίδια!
Ποτέ ξανά στη ζωή μου
δεν θα ξαναδώ τα ρούχα σου
δίπλα στα δικά μου...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου