Είναι μια υπέροχη μέρα
-για όσους τους αρέσουν οι μέρες-
Το μπαρ πρέπει να κλείσει - ξημέρωνε.
Ξεφορτώνομαι τους δύο γκέυ που με κερνούν ποτά.
Πάω να κατουρίσω και να πάρω ένα τηλέφωνο.
Η Γεωργιανή γκαρσόνα μού δίνει ένα χαρτάκι
με το κινητό της.
Μόλις βγαίνω έξω το πετάω σ' ένα χαντάκι.
Οι γκρίζες καμπάνες του ποτού
ζτυπούν στο κεφάλι μου.
Τα σοκάκια είναι γεμάτα γάτες,
αρουραίους, άδεια μπουκάλια κι αλήτες.
Κάποιος τσόγλανος πηδάει μια αδέσποτη τσούλα
που ξεφυσάει - σα να μη συμβαίνει τίποτα.
Πάντα θα υπάρχουν λεφτά και πουτάνες
και μπεκρήδες - σκέφτομαι.
Φτάνω σπίτι σου.
Μ' αρέσει να γαμάω την ώρα που τα κορόιδα
πάνε στις δουλειές τους,
κάτω από μια αφίσσα του Άμστρονγκ...
Τα μεθυσμένα παντελόνια μου
κοιμούνται άρρωστα στον καναπέ σου
σ' αυτό το φτηνό διαμέρισμα
που μυρίζει δυστυχία.
Τα τσιγάρα καπνίστηκαν
οι κονσέρβες καταναλώθηκαν
το τραπέζι είναι θεοβρόμικο
και τα σεντόνια, και τα πάντα εδώ μέσα.
Μα εγώ γελάω...
Μες στο ξερατό της δυστυχίας μου
το κτήνος που είμαι
συνοφρυώνεται μέσα μου.
"Η αγάπη είναι μια μισόκλειστη πόρτα τουαλέτας",
μου λες.
Μπαίνουμε στη μπανιέρα.
Πρώτα με πλένεις εσύ.
Ανασηκώνεις τ' αρχίδια μου και τα σαπουνίζεις.
Ύστερα πλένεις την κωλοτρυπίδα μου.
"Ώπα, αυτό το μαραφέτι άρχισε να σηκώνεται",
ξαναλές.
Μετά έρχεται η σειρά μου.
Το μουνί σου το πλένω τελευταίο.
Έτσι, για γούρι...
Στραβογαμιέμαστε κι έχουμε τα νεύρα μας.
"Δεν αντέχω άλλο τα διαολεμένα ξεσπάσματά σου
και τις γαμημένες γάτες σου", ουρλιάζω.
"Έγινε, τσόγλανε, ξεκουμπήσου
και μη βροντίσεις την πόρτα πίσω σου!"
Μεσημέριαζε.
Μπαίνω σ' ένα μικροσκοπικό καφέ.
Η θολούρα του ποτού με συνοδεύει ακόμη.
Σηκώνω το φόρεμα της όμορφης γκαρσόνας
και πιάνω κουβέντα με την καρέκλα μου...
5 σχόλια:
Mπουκοφσκικικο-ειδές....
Όλα καλά και για την κατηγορία του είναι σούπερ, αλλά προς τι η εχθροπάθεια στις γατούλες;
αφού το ξέρεις ρε Δημήτρη, οι ανώριμοι όταν έχουν νεύρα
ξεσπούν στους αδύναμους!
Ανωριμος απαξ και δεν ειναι συναμα και αδυναμος δεν έχει δικαιολογία!!
σωστά τα λες...
Δημοσίευση σχολίου