Σάββατο 28 Αυγούστου 2021

Δύσκολο να ξεφύγεις απ' τα παιδικά σου βιώματα, αλλά δυνατό!

 

Τα παιδικά μου χρόνια στερημένα δεν τα λες, αλλά φτωχικά οπωσδήποτε ήταν. Όμως δεν το πολυκαταλάβαινα. Πρώτον, γιατί οι περισσότεροι στην επαρχιακή κωμόπολη που ζούσα στο ίδιο καζάνι λίγο-πολύ βράζαμε. Και, δεύτερον, γιατί τα μικρά παιδιά έχουν το δικό τους αξιακό σύστημα, τα δικά τους κριτήρια που εκτιμούν ανθρώπους και καταστάσεις, όπου το χρήμα δεν παίζει τον καθοριστικό ρόλο...
Θυμάμαι πως το να φάμε ένα παγωτό ήταν το γεγονός της ημέρας. Για μερικούς μπορεί και να ήταν το γεγονός της βδομάδας ή και του μήνα. Γι' αυτό και μετράγαμε πόσα παγωτά τρώγαμε κάθε καλοκαίρι!
Στη γειτονιά μας μόνο μια οικογένεια είχε δερμάτινη μπάλα. Και περιμέναμε πότε θ' άφηνε το γιο της να βγει στην αλάνα για να παίξουμε κι εμείς με την μπάλα του. 
Γι' αυτό και όταν κάποτε μου έκανε ο νονός μου δώρο μια δερμάτινη μπάλα, τη φύλαγα και την πρόσεχα σαν πραγματικό θυσαυρό. Ποτέ δεν την έδινα σε άλλα παιδιά να παίξουν χωρίς την παρουσία μου. Και όταν την κλωτσούσαν δυνατά τους μάλωνα. Φοβόμουν μην χαλάσει...
Με κάτι τέτοια, απέκτησα μια μιζερούλα. Γινόμουν άνθρωπος "σφιχτός", που δύσκολα έδινε. Δεν έκλεβα βέβαια, αλλά και δεν χάριζα. Είχα το σύνδρομο της στέρησης. Νόμιζα πως άμα δώσω κάτι στους άλλους, μετά θα έπεφτα εγώ στη στέρηση και στην ανάγκη.
Ώσπου κάποια στιγμή η ίδια η ζωή μου έδωσε μερικά μεγάλα μαθήματα. Κι ευτυχώς είχα την ετοιμότητα να τα κατανοήσω και να τα ενσωματώσω στον χαρακτήρα μου. 
Κατάλαβα πως όταν χαρίζεις και μοιράζεσαι είναι πηγή μεγάλης χαράς και έμπνευσης. Και, το σπουδαιότερο, όταν είσαι ανοιχτοχέρης, όχι μόνο δεν θα μείνεις στον άσο αλλά θα δεις τα πάντα να σου επιστρέφονται πολλαπλάσια. Δεν γίνεται με τρόπο μαγικό ούτε μεταφυσικό. Κάτι άλλο συμβαίνει που δεν μπορώ να το αναλύσω πλήρως αλλά και ούτε με ενδιαφέρει. 
Άλλωστε εμένα πλέον μου φτάνει η χαρά της προσφοράς. Δεν αποβλέπω σε πολλαπλασιασμό των άρτων. Αλλά όσα δίνω πάντα μου επιστρέφονται εις τη νιοστή. Καρατσεκαρισμένο.
Στις αρχές του καλοκαιριού, σε μια ομάδα του φέισμπουκ, κάποιοι βιβλιόφιλοι σε οικονομική αδυναμία ζητούσαν να τους χαρίσουμε βιβλία. Μεταχειρισμένα εννοείται. Τους πρόσφερα καμιά τριανταριά. 
Δεν θα το πιστέψετε. Χθες κάποιος ηλικιωμένος κύριος μου χάρισε τη βιβλιοθήκη του με πάνω από 2.000 βιβλία. Απίστευτο? Τριάντα έδωσα, δύο χιλιάδες πήρα!
Βέβαια, για να είμαι ηλικρινής, αυτό το μίζερο διαβολάκι, που χώθηκε στο μυαλό μου κατά την παιδική μου ηλικία, δεν εξαφανίστηκε εντελώς. Είναι πάντα εκεί, να με βομβαρίζει με την αρνητίλα και την κινδυνολογία του. 
Αλλά εδώ και χρόνια δεν περνάει η γνώμη του. Το αφήνω το έρμο να λέει το ποιηματάκι του, γιατί αν το καταπιέσεις γίνεται πιο ανυπόφορο. Αλλά πλέον μόνο διασκεδάζω μαζί του...

Τρίτη 24 Αυγούστου 2021

Ένα τραγούδι είν' η ζωή μου (ΙΓ ' - Δίκοπα μαχαίρια οι μεγάλοι έρωτες)

Το 1955 ακούγεται πολύ μακρινό. Οι περισσότεροι από μας δεν ζούσαμε καν τότε. Αλλά δεν το λες και τελείως αδιάφορο έτος. 
Ο Δεύτερος Παγκόσμιος έχει 10 χρόνια που τέλειωσε, ο ελληνικός εμφύλιος έξι κι ο πόλεμος της Κορέας ήταν πολύ πρόσφατος. Η ανθρωπότητα όμως μπαίνει σε περίοδο παρατεταμένης ειρήνης. Τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα έχουν διαμορφωθεί πλήρως και η περίοδος του "ψυχρού πολέμου" ξεκίνησε. 
Τον Μάιο υπογράφεται το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, δηλαδή η κομμουνιστική απάντηση στο ΝΑΤΟ. Και η Γερμανία υπογράφει την πρώτη σύμβαση υποδοχής εργατών-μεταναστών με την Ιταλία. Σε λίγα χρόνια ακολουθούν η Σερβία, Τουρκία και Ελλάδα.
Την εποχή εκείνη οι γυναίκες προσπαθούν να μιμηθούν τις μαμάδες τους. Ψάχνουν έναν καλό γαμπρό για να κάνουν οικογένεια. Αυτή ήταν όλη τους η φιλοδοξία. 
Όμως μια κινηματογραφική ταινία, η Στέλλα του Μιχάλη Κακογιάννη, έρχεται να ταράξει τα λιμνάζοντα ύδατα. Η Μελίνα Μερκούρη, σαν αρχαία ελληνίδα θεά, ενσαρκώνει κάτι απ’ τον μύθο της Κάρμεν. Με βλέμμα βαθύ κι αγριεμένο περνάει ένα άλλο γυναικείο πρότυπο, πολύ πιο χειραφετημένο και ατίθασο. Θέλει να ζει επιβάλλοντας τους όρους της και πληρώνοντας το αντίτιμο. Το στόρι θυμίζει σίγουρα αρχαία τραγωδία.
Οι διανοούμενοι της μεταπολεμικής αριστεράς είδαν καχύποπτα την ταινία. Γιατί η πρωταγωνίστρια δεν είναι πολιτικοποιημένη, δεν έχει κοινωνικούς και οικονομικούς προβληματισμούς. Και δεν υποτάσσεται σε αυθεντίες, δόγματα και ινστρούχτορες.
Οι συντηρητικοί κύκλοι σοκάρονται. Βλέπουν την ταινία σαν δυναμίτη στα θεμέλια της ελληνοχριστιανικής κοινωνίας. Που προτρέπει τα κορίτσια και τις γυναίκες μας να διεκδικούν ελευθερίες και να πηγαίνουν με τον πρώτο τυχόντα που τους γυαλίζει στο μάτι...
Το τραγούδι "αγάπη που ’γινες δίκοπο μαχαίρι" τα σπάει. Και λέει μεγάλες και αιώνιες αλήθειες. Όλες οι αγάπες στην αρχή ξεκινούν με ενθουσιασμό και χαρά, αλλά πού καταλήγουν; Σε κάθε είδους μαχαιριές.
Τους στίχους τους έγραψε ο Κακογιάννης και τους μελοποίησε ο Χατζηδάκης κλέβοντας τη βασική μελωδία απ’ τον "Τρελό τσιγκάνο" του Τσιτσάνη...

Παρασκευή 20 Αυγούστου 2021

Mακριά από κοκκινοσκουφίτσες!


 

Δεν ξέρω εσείς τι είχατε καταλάβει απ' το παραμυθάκι της Κοκκινοσκουφίτσας και του κακού λύκου, αλλά εμένα ποτέ δεν με έπειθαν τα χαζοηθικά διδάγματα της κοινωνίας. 
Πάντα διάβαζα τα κείμενα "λοξά". Έψαχνα να βρω τι κρύβεται πίσω απ' την βιτρίνα. Και, φυσικά, κατέληγα σε εντελώς διαφορετικό συμπέρασμα απ' αυτό που ήθελαν να μου επιβάλουν οι άλλοι.
Για να μπω στο ψητό. Το συγκεκριμένο παραμύθι δεν θέλει να μας διδάξει πως τα αθώα κοριτσάκια πρέπει να αποφεύγουν τα μέρη που συχνάζουν επικίνδυνα πλάσματα. Αλλά ακριβώς το αντίθετο: οι καημένοι οι "λύκοι" πρέπει να αποφεύγουν τις χαμηλοβλεπούσες μιξοπαρθένες και τις παμπόνηρες γιαγιάδες τους.
Θα το πω όσο πιο τηλεγραφικά μπορώ:
Η μαμά στέλνει την κορούλα της να πάει φαγητό στη γιαγιά που ζει μόνη στην άκρη του δάσους. Αλλά τι σόι μαμά είναι αυτή που στέλνει ένα μικρό και απονήρευτο κοριτσάκι μόνο του σε μια τόσο επικίνδυνη αποστολή; 
Και γιατί η μαμά δεν προειδοποιεί το κοριτσάκι της για τους κινδύνους που παραμονεύουν στο δάσος, αλλά το αφήνει να νομίζει πως θα κάνει έναν υγιεινό περίπατο; 
Το πράγμα κάνει μπαμ από μακριά. Η μαμά, για κάποιο λόγο, θέλει να απαλαγεί απ' το κοριτσάκι της, αλλά να φανεί ως ατύχημα. Είχε άραγε η μαμά γκόμενο και δεν γούσταρε να μπλέκεται το νιάνιαρο ανάμεσα στα πόδια τους;
Η γιαγιά, ανήμπορη κι ανίκανη να αυτοσυντηρηθεί, γιατί ζει μόνη στην άκρη του δάσους; Γιατί δεν μένει μαζί με την κόρη της ή, έστω, σε μια καλύβα κοντά της; 
Και γιατί η δήθεν αγαθή γιαγιούλα αφήνει ξεκλείδωτη την πόρτα της; Προφανώς ψοφούσε για περιπετειούλες. Για δράση, για κάτι απρόοπτο, κάτι άγριο που θα τις άναβε τα αίματα...
Ο κυνηγός είναι ένας κλασικός μπουχέσας άντρας, που γουστάρει να σώζει απροστάτευτες ανήλικες και ανήμπορες γριούλες. Διακατέχεται απ' το "σύνδρομο του σωτήρα". 
Θυμάστε την παλιά διαφήμιση με τον Καρνέισον που σώζει τη Λόλα; Είναι κλασικό μοτίβο της ζωής μας. Τα θηλυκά προσποιούνται αδυναμία για να τη δουν οι άντρες δυνατοί και σωτήρες και ουσιαστικά να μετατραπούν σε υπηρέτες τους!
Για την κοκκινοσκουφίτσα δεν το συζητώ. Είναι κλασικό νυμφίδιο-λολίτα. Ψοφάει για βιασμό και τον επιδιώκει. Έχει το πιο βρόμικο μυαλό, φυλακισμένο στο πιο αθώο σώμα. Μοιάζει με τη γκόμενα του κολλητού σου. Που προσπαθεί με κάθε τρόπο να σε σαγηνέψει, κι όταν κάνεις την κουτσουκέλα σου, σε καταστρέφει! 
Έτσι την πάτησε ο καημένος ο λύκος. Που δεν ήταν καθόλου κακός. Απλά ήταν μπουταλάς κι ηλίθιος. Αντί να κυνηγάει κουνελάκια, την έπεσε σε δυο διαβολοθήλυκα, στην εγγόνα και στη γιαγιά της.

Κυριακή 15 Αυγούστου 2021

Στον ποιητή Γιώργο Σεφέρη, που ξεκαλοκαιριάζουμε παρέα! (Β‘)

 

Τ' απόβραδο σιμώνει σα διαβάτης
κι η καρδιά μου μόνη, κι ας βλέπει τόσο κόσμο,
σαν το νερό που λάμπει στο χορτάρι μοναχό
και μιλά στις μαύρες ρίζες.

Δεν θα βρεθεί ένας ποταμός, να 'ναι για με πλωτός
μια ζεστασιά απλωμένη σαν προβιά
ήρεμη σαν το κοιμισμένο αγρίμι;

Ανάμεσα σε δυο πικρές στιγμές
μαδώντας ίσκιους από κυπαρίσσια
θα φύγεις όπως ήρθες...
Μαζί περπατήσαμε, μοιραστήκαμε το ψωμί και τον ύπνο
μαζί θα δοκιμάσουμε την ίδια πίκρα τ' αποχωρισμού.
Τη νύχτα εκείνη του άι-Γιάννη θα σβήσουν όλες οι κραυγές
θα ξανακούσω μες στο κορμί μου τις φωνές
της μοναξιάς και της σιωπής...

Το καράβι που ταξιδεύω το λεν ΑΓΩΝΙΑ
τα χέρια που μ' άγγιξαν δεν μου ανήκουν.
Μονάχα αυτός ο βαθύτερος καημός
να κρατηθώ μες στη φυγή...
Τρικύμισμα της θάλασσας... ο κόσμος είν' απλός.

Ψυχή μου γνωρίζεις ποιος νόμος σε δένει!
Είμαι μόνος, σκοτεινός στη νύχτα
κ' ακυβέρνητος σαν άχειρο στ' αλώνι.
Ώσπου φάνηκες εσύ, γυμνή γυναίκα
(το ρόδι που έσπασε ήταν γεμάτο αστέρια)
Μου υπόσχεσαι μια ακύμαντη γαλάζια θάλασσα
μες στην καρδιά του ερχόμενου χειμώνα.

Βωμοί γκρεμισμένοι κι οι φίλοι ξεχασμένοι
στεγνώνει η αγάπη σε τρύπιες ψυχές.
Κι η ζωή παλεύει να περάσει
σαν φουσκωμένο ποτάμι απ' την τρύπα μιας βελόνας...

Τετάρτη 11 Αυγούστου 2021

Στον ποιητή Γιώργο Σεφέρη, που ξεκαλοκαιριάζουμε παρέα! (Α‘)

 

Ο ποιητής αργοπορεί κοιτάζοντας τις πέτρες
κι αναρωτιέται... υπάρχουν άραγε;

Ασπιδοφόρος ο ήλιος ανεβαίνει πολεμώντας
κι απ' το βάθος της σπηλιάς μια νυχτερίδα τρομαγμένη
Ο ποιητής ένα κενό...

Κανένα πλάσμα ζωντανό, τ' αγριoπερίστερα φευγάτα
ταξιδεύουν σαν άσπρα κουρέλια μέσα στο νου μας.
Ένας μεγάλος ήλιος, πιο μεγάλος κι απ' το φως
είτε βραδιάζει είτε φέγγει μένει λευκό το γιασεμί.

Κι ήρθε η μεγάλη μοναξιά, κι έγινε λίμνη η μοναξιά
και φάνηκες εσύ, ω Κίρκη, 
κι είδα τα στήθη σου γυμνά, τη μέση και τα γόνατα
(στήθος γυμνό ως τις φλέβες)

Πάλι το καλοκαίρι μού χαμογέλασε
κι ήμουν χαρούμενος εκείνο το πρωί
(Θε μου, πόσο χαρούμενος)
Μια νύμφη μάζευε τις έγνοιες μου
και τις κρεμούσε στα δέντρα.
 
Δέρμα μου ρυτιδιασμένο, σαν την κοιλιά του ελέφαντα,
με τα δαγκώματα των τροπικών στα χέρια
κι οι ποιητές τι να χρειάζονται
σ' έναν μικρόψυχο καιρό;

Πάλεψα με δυσκoλίες ανύπαρκτες
πέρασαν τόσα μπροστά μου και τίποτα δεν είδα.
Κι ο αέρας φυσάει χωρίς να με δροσίζει.
Άφησα να περάει ένα ποτάμι μέσα απ' τα χέρια μου
χωρίς να πιω μια στάλα....

Ήταν ωραία τα μάτια μου
μα δεν ήξερα πού να κοιτάξω.
Γι' αυτό ξαναμπαρκάρω με τα σπασμένα μου κουπιά
με λίγο φως απ' τα χρόνια μου τα παιδικά.
 
Φωτίζονται στο λιόγερμα σπασμένα ξύλα
από ταξίδια που δεν τέλειωσαν
το σώμα δεν ξέρει πια πώς ν' αγαπά
(και πάλι αυτό το μελτέμι ακονίζει
πάνω στα νεύρα μου ένα ξυράφι).
Μα τι γυρεύει η ψυχή μου ταξιδεύοντας;

Σάββατο 7 Αυγούστου 2021

Ένας μοναχικός λύκος στους Ολυμπιακούς του Τόκιο (Ι' - Βαρέθηκα τις μάσκες!)

 

Νομίζω πως έκλεισε κι αυτός ο μικρός κύκλος της ζωής μου. Υποτίθεται πως ήρθα για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Αλλά μόνο αγώνες δεν είδα. Ήρθε όμως η ώρα της επιστροφής και του απολογισμού. Τι αποκόμησα άραγε από τούτη δω τη χώρα με τα περίπου 3.800 νησιά της;
Μου έρχεται στο μυαλό μια φράση που διάβασα κάποτε: "Αν νομίσεις πως βρήκες τη λύτρωση, τη βρήκες! Αν νομίσεις πως δεν την βρήκες, δεν τη βρήκες!". Όλα είναι παιχνίδια του μυαλού. Και το αυτοπαραμύθιασμα πολλές φορές ελκυστικό. 
Η πίστη είναι γόνιμη και μπορεί να δημιουργήσει μεγάλα έργα. Αλλά μόλις γεννηθεί ο πρώτος δισταγμός κι η πρώτη κριτική, όλα γκρεμίζονται σαν χάρτινος πύργος...
Τι θα θυμάμαι απ’ τους ανθρώπους που γνώρισα; Έχουν έναν έμφυτο αέρα ξεγνοιασιάς και ευθυμίας. Οι Γιαπωνέζοι δεν πέρασαν απ’ το χριστιανικό ανάθεμα της σάρκας. Δεν τη δαιμονοποίησαν. Κι αυτό βγαίνει στη συμπεριφορά και στον τρόπο τους.
Βέβαια, δεν μου άρεσε που όλοι, άντρες και γυναίκες, σου χαμογελούν σαν να φοράνε μάσκα. Και δεν είσαι σίγουρος τι κρύβεται πίσω από τη μάσκα. Αλλά εγώ λαχτάρησα τα αληθινά πρόσωπα. Με ζεστή σάρκα. Που γελάνε, θυμώνουν και βρίζουν. 
Οι Ιάπωνες, αν καταφέρεις να σου ανοιχτούν, θα διαπιστώσεις πως περιστρέφονται γύρω από δυο άξονες. Αφενός, νιώθουν κίνδυνο. Πως είναι κυκλωμένοι από φοβερούς εχθρούς. Παλιότερα τους Αμερικάνους, μετά τους Ρώσους και τώρα τον φοβερότερο απ’ όλους, τους Κινέζους. 
Απ’ την άλλη, ενδόμυχα δεν έπαψαν να πιστεύουν πως έχουν μια υψηλή αποστολή. Να ξυπνήσουν, να ηγηθούν και ν’ απελευθερώσουν την Ασία απ’ τη Δύση. Η νοοτροπία αυτή τους οδήγησε στην καταστροφή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. 
Αλλά δε νομίζω πως ξεριζώθηκε οριστικά. Όπως δεν ξεριζώθηκαν και όλων των λογιών οι μεγαλοϊδεατισμοί. Ο πανσλαβισμός, ο οθωμανισμός, η γερμανική νέα τάξη πραγμάτων κ.λπ.
Αντικρίζω για τελευταία φορά το Φούτζι. Το ιερό βουνό των Γιαπωνέζων. Πανύψηλο, συνεφιασμένο, ανάερο, γαλήνιο και σιωπηρό. 
Στέκομαι για μια στιγμή ακίνητος. Βγάζω απ’ το σακίδιο το τετραδιάκι με τις σημειώσεις μου. Στο εξώφυλλο έχω ένα ρητό του Καζαντζάκη: "Δεν ξέρω ποια είναι η μεγαλύτερη ευδαιμονία. Να στέκεσαι στο κατώφλι της χαράς και να λες: αν θέλω μπαίνω, αν θέλω δεν μπαίνω, είμαι λεύτερος. Ή, χωρίς να χάσεις στιγμή, να δρασκελίζεις το κατώφλι και να μπαίνεις;".

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2021

Ένας μοναχικός λύκος στους Ολυμπιακούς του Τόκιο (Θ' - Οι Σπαρτιάτες της Ανατολής!)

 

Τρία είναι τα ανώτατα σύμβολα των Γιαπωνέζων. Ο ανατέλων ήλιος, που συμβολίζει τις τρεις μεγάλες αρετές, γνώση-καλοσύνη-γενναιότητα. Το χρυσάνθεμο που ανθίζει και αντέχει μέσα στα χιόνια. Και ο κυπρίνος. Το ψάρι που ανεβαίνει κόντρα στο ρεύμα του ποταμού. 
Οι Γιαπωνέζοι είναι ράτσα λιτή, νευρώδικη, γενναία. Οι παραδόσεις και η ιστορία τους είναι γιόματες από αφάνταστους ηρωισμούς, απίστευτη ευαισθησία αλλά και θηριώδη σκληρότητα. 
Όταν ο στρατός τους κατέλαβε την κινέζικη Ματζουρία, πριν 85 περίπου χρόνια, εντυπωσίασαν με την απίστευτη ανθεκτικότητα και πειθαρχία τους. Βάδιζαν 50 μίλια κάθε μέρα μέσα στο καταχείμωνο και ανάμεσα σε βουνά χωρίς δρόμους. Στρατοπέδευαν χωρίς σκηνές και φωτιά. Έβαζαν άχυρα ανάμεσα στα ρούχα τους για να μην ξεπαγιάσουν κι έτρωγαν μόνο ρύζι και παγωμένο ψωμί. 
Όμως, κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου διέπραξαν τόσα και τέτοια εγκλήματα, που ακόμα κι ο Χίτλερ ή ο Στάλιν θα ένιωθαν δέος και ντροπή...
Όλοι έχουμε ακούσει για τους Γιαπωνέζους σαμουράι των μεσαιωνικών χρόνων. Ήταν το αντίστοιχο με τους ιππότες της δυτικής Ευρώπης. 
Ζούσαν ασκητικά, σπαρτιάτικα. Εκπαιδεύονταν στο ξίφος, όπου ήταν ακαταμάχητοι. Οι καλλίτεροι απ' αυτούς ήταν ταυτόχρονα και φιλόσοφοι. Γιατί η ζωή τους κινούνταν σε άλλο επίπεδο. Το ιδανικό τους ήταν το "φουντόσιν". Δηλαδή να στέκεσαι ασάλευτος, αδιάφορος μέσα στις πιο φριχτές δοκιμασίες, και στη μάχη γαλήνιος.
Το μυστικό τους ήταν πως δεν φοβόντουσαν τον θάνατο. Είναι κάτι που εύκολα το λες αλλά δύσκολα το κάνεις. 
Κι είχαν πολλούς τρόπους να εκπαιδεύονται στην αφοβία. Ένας, π.χ., κάθε βράδυ κρεμούσε το ξίφος του από μια κλωστή πάνω απ' το κρεβάτι του. Και τον έπαιρνε ο ύπνος χωρίς να ξέρει αν θα ξυπνήσει ζωντανός...

Τρίτη 3 Αυγούστου 2021

Ένας μοναχικός λύκος στους Ολυμπιακούς του Τόκιο (Η' - Ένας λαός που δεν μυρίζει τα λουλούδια!)

 

Σ' ένα δημόσιο πάρκο πλησιάζω ένα ανθισμένο κλαδί για να μυρίσω το λουλούδι του. Δυο-τρεις Γιαπωνέζοι εκεί κοντά με κοιτούν παράξενα. 
Κι έτσι μαθαίνω πως οι άνθρωποι αυτοί δεν αγαπούν τα λουλούδια για τη μυρωδιά τους. Αλλά για τα φινέτσα χρώματά τους και την αρχιτεκτονική τους διάταξη πάνω στο δέντρο ή σ' ένα βάζο!
Στην Ιαπωνία η δημιουργία κήπων είναι ύψιστη τέχνη και επιστήμη. Οι ειδικοί λέγονται "κηποτέχνες". Κι είναι πραγματικά καλλιτέχνες. Συνθέτουν έναν κήπο σα να 'ναι μουσική μελωδία. Ένα μεγάλο, δύσκολο, πολύπλοκο έργο τέχνης. 
Οι μοναχοί ζεν διαπρέπουν στην κηποτεχνία. Κάθε κήπος πρέπει να χει κάποιο νόημα. Να αποπνέει κάποια υψηλή κι αφηρημένη έννοια. Γαλήνη, αγνότητα, ηρωικό μεγαλείο κ.λπ. Πρέπει να χει στοιχεία αιωνιότητας. 
Θαύμα αγάπης και υπομονής η τέχνη του κηπουρού στην Άπω Ανατολή. Σ' ένα μοναστήρι βλέπω ένα πεύκο με τον κορμό του να στέκεται ολόρθος. Αλλά τα κλαδιά του είναι όλα γερμένα προς το έδαφος. Σα να σου κάνουν υπόκλιση. 
"Πώς έγινε έτσι τούτο το πεύκο?", ρωτάω με θαυμασμό. "Με την υπομονή και την αγάπη", μου απαντά ένας μοναχός. "Κάθε πρωί που τα κλαδιά είναι ακόμα μαλακά, τα χαϊδολογάμε και τα πιέζουμε ελαφρά να πάρουν το σχήμα που θέλουμε!"...
Υπάρχουν και κήποι μονάχα από βράχια. Χωρίς δέντρα ή λουλούδια. Μόνο βράχοι και κάπου-κάπου ξεραμένα ρυάκια και καταρράχτες που αντί για νερό κατεβάζουν άμμο. 
Αυτοί οι βραχόκηποι μεταδίδουν το μεγαλείο, την ερημιά, ίσως και την απροσπέλαστη θεότητα.
Δύο ακόμη τομείς που κάποτε διέπρεπαν οι Ιάπωνες ήταν η καλλιγραφία και η τελετή του τσαγιού. 
Οι Γιαπωνέζοι καλλιγράφοι ήταν θεϊκοί. Η τέχνη αυτή ήταν ο διαλογισμός τους, η φιλοσοφία τους, ένας τρόπος ζωής και ισορροπίας. 
Κάτι ανάλογο ίσχυε και για την τελετή του τσαγιού. Απαιτούσε απόλυτη αυτοκυριαρχία, λεπτότητα και τελειότητα κινήσεων. Όλα γίνονταν σαν μια άψογη χορογραφία. Δεν ξέφευγε ούτε μια σταγόνα, δεν άκουγες τον παραμικρό ήχο κατά το σερβίρισμα. Σκέτη μυσταγωγία...

Κυριακή 1 Αυγούστου 2021

Ένας μοναχικός λύκος στους Ολυμπιακούς του Τόκιο (Ζ' - Η "Μεγάλη Ιδέα" των Γιαπωνέζων)

 

Δε χορταίνω να βλέπω τους Γιαπωνέζους να χαιρετιούνται. Βέβαια, δεν είναι όπως πριν εκατό χρόνια, αλλά ακόμα κάνουν μια υπόκλιση και το πρόσωπό τους έχει έναν συνδυασμό χαμόγελου κι επισημότητας, κάτι σα θρησκευτική ιεροτελεστία.
Σίγουρα είναι ο ευγενικότερος λαός του κόσμου. Έστω και επιφανειακά. Πάντα έχουν έναν καλό λόγο να πουν, ένα καλό φέρσιμο να επιδείξουν. Σίγουρα η κοινωνική συμβίωση θα ήταν ανυπόφορη σε μια τόσο πυκνοκατοικημένη περιοχή χωρίς αυτή την επίπλαστη έστω ευγένεια. 
Πάντως σίγουρα δεν φωνάζουν και δεν βρίζονται. Τόσες μέρες εδώ και δεν είδα ακόμα ούτε έναν τσακωμό. Αυτό μπορεί και να μην είναι καλό. Αν δεν εκδηλώνεις τον θυμό σου μπορεί να ξεσπάσεις κάποια στιγμή με πολύ άσχημο τρόπο και στον πιο ακατάλλλο τόπο...
Πάντως οι Γιαπωνέζοι έχουν τρέλα με την τεχνολογία και τις μηχανές. Θέλουν να είναι στην πρωτοπορία. Να ξεπεράσουν τους δυτικούς. Να μην υστερούν πουθενά.
Αγαπούν υπερβολικά τη χώρα τους. Μέχρι σωβινισμού. Οι περισσότεροι δεν το λένε, αλλά μέσα τους σιγοβράζει το όραμα να ενώσουν υπό την κυριαρχία τους την Κορέα και την Κίνα. Αυτή είναι η "Μεγάλη Ιδέα" των Ιαπώνων...
Οι νέοι αυτής της χώρας σταδιακά απομακρύνονται απ’ τις πατροπαράδοτες αξίες. Βρίσκουν ανόητη την προγονολατρεία. Θεωρούν χαριτομενιά τη λατρεία των 8 εκατομμυρίων θεών του Σιντοϊσμού. Και αποφεύγουν τους ναούς που, όπως παντού, τους λυμαίνεται ένα διεφθαρμένο ιερατείο. Ένας δυτικοσπουδασμένος Ιάπωνας μου λέει χρακτηριστικά: "Οι παπάδες θα είναι είτε καλοθρεμένα γουρούνια είτε λιγνές αλεπούδες"!
Ο Βουδισμός είναι ξενόφερτη θρησκεία. Αλλά την ενσωμάτωσαν δημιουργικά. 
Πήραν απ’ τον Βούδα τη στωικότητα, την απάθεια στη δυστυχία και στον θάνατο, το χαμόγελο και την ευγένεια στους τρόπους. Αλλά και την αγάπη για τη φύση. Όλα είναι ένα: ζώα, φυτά, άνθρωποι, θεοί...