Πέμπτη 16 Μαΐου 2024

Μοναχός σ' ένα ινδουιστικό άσραμ (ΚΔ' - Και πού να 'χες παντρευτεί Δάσκαλε!)

 

Ένα μοναστήρι Ζεν στην Ιαπωνία ήταν πολύ αυστηρό. Εφάρμοζε τον κανόνα της απόλυτης σιωπής. Οι μοναχοί είχαν το δικαίωμα να πηγαίνουν κάθε δέκα χρόνια στον Διδάσκαλο και να του λένε μόνο δύο λέξεις.
Ένας νέος μοναχός, αφού πέρασε η πρώτη δεκαετία, επισκέφτηκε το κελί του Δασκάλου και του είπε μόνο δυο λέξεις... "Πολύ δύσκολα!".
Ξαναπήγε την επόμενη δεκαετία και του ξανάπε δυο λέξεις... "Φαγητό χάλια!".
Πέρασαν δέκα χρόνια, ο μοναχός πήγε πάλι στον Δάσκαλο και του είπε... "Εγώ φέυγω!".
"Εντάξει", απάντησε ο Δάσκαλος, "Δεν με εκπλήσσεις, όλο παράπονα είσαι!".
Για φανταστείτε τώρα. Ο καημένος ο μοναχός σε τριάντα χρόνια είπε μόνο έξι λέξεις. Και για τον Δάσκαλο θεωρήθηκε ... "γκρινιάρης"!

Δευτέρα 13 Μαΐου 2024

Τι έμαθα τόσα χρόνια απ' τη ζωή μου... (ΚΗ')

 

Οι άνθρωποι δεν είναι φτιαγμένοι από χρυσάφι.
αλλά συχνά από σκουριασμένο μέταλλο!
Το οποίο όμως μπορεί τελικά να λάμψει...

Τετάρτη 8 Μαΐου 2024

Μοναχός σ' ένα ινδουιστικό άσραμ (ΚΓ' - "Και τι με νοιάζει εμένα ρε;")

 
Απόψε στο κοινόβιο το μενού είχε έναν πολύ διαδεδομένο στην Ανατολή μύθο, αλλά αρκετά γνωστό και στην Ελλάδα. Σας τον λέω όσο πιο σύντομα γίνεται.
Ένας ποντικός που ζούσε σ' ένα αγροτόσπιτο βλέπει ξαφνικά μια μέρα τον αφέντη του σπιτιού να φέρνει ένα παράξενο κουτί και να βγάζει από μέσα μια ποντικοπαγίδα. 
Κατατρόμαξε, όπως ήταν φυσικό, το καημένο το ποντικάκι και τρέχει στην αυλή και φωνάζει στην κότα: "Έφεραν ποντικοπαγίδα στο σπίτι!!!!". Αλλά η κοτούλα δεν συγκινήθηκε: "Η ποντικοπαγίδα είναι πράγματι σοβαρός κίνδυνος για σένα, αλλά εμένα δεν μπορεί να με βλάψει", του είπε.
Τι να κάνει το ποντικάκι, τρέχει στο γουρούνι και του αναγγέλει το κακό νέο. Αλλά κι εκείνο έδειξε αδιάφορο. Μετά πήγε στην αγελαδίτσα. Εκείνη του έδειξε συμπάθεια, αλλά όπως και τα άλλα ζώα δεν φάνηκε να την απασχολεί ιδιαίτερα.
Στη διάρκεια της επόμενης νύχτας ακούστηκε ένας παράξενος διαπεραστικός θόρυβος. Η αγρότισσα έτρεξε βιαστικά να δει τι είχε πιαστεί στην ποντικοπαγίδα. Ήταν η ουρά ενός δηλητηριώδους φιδιού. Η καημένη η γυναίκα, όπως ήταν απ' τον ύπνο, δεν πρόσεξε και το φίδι τη δάγκωσε.
Ο αγρότης την πήγε αμέσως στον γιατρό που της έκανε τα απαραίτητα και γύρισαν σπίτι. Αλλά η αγρότισσα δεν έδειχνε να παίρνει τα πάνω της. Αντίθετα, ολοένα και αδυνάτιζε, ώσπου δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια της. Ο άντρας της έσφαξε την κότα για να φτιάξει μια δυναμωτική κοτόσουπα, χωρίς ιδιαίτερα αποτελέσματα. 
Στο μεταξύ ήρθαν πολλοί φίλοι και συγγενείς για να του συμπαρασταθούν. Για να ταϊσει όλους αυτούς, ο αγρότης έσφαξε και το γουρούνι. 
Μετά από λίγες μέρες η αγρότισσα τελικά πέθανε. Στην κηδεία ήρθε πολύς κόσμος, καθώς το αντρόγυνο ήταν πολύ αγαπητό στην τοπική κοινότητα. Όλοι αυτοί πήγαν σπίτι να συλλυπηθούν τον σύζυγο της μακαρίτισσας. Κι ο αγρότης για να τους τιμήσει και ευχαριστήσει αναγκάστηκε να σφάξει και τη γελάδα...