Τρίτη 4 Σεπτεμβρίου 2018

Η πιο δυνατή κραυγή της νύχτας...

Εισαγωγικά αναφέρω πως είμαι απ’ τους ανθρώπους που μπορούν να είναι καλοί αλλά προτιμούν να κάνουν τη μαλακία. Κι επιπλέον γουστάρω οι γυναίκες που πέρασαν απ’ τη ζωή μου να εξαφανίζονται από προσώπου γης. Χωρίς ν’ αφήνουν ίχνη κι αποτυπώματα, σαν τ’ ανάλαφρα πατήματα στην καλοκαιρινή άμμο...
Όταν τη γνώρισα ήταν στη μπυραρία με μια γυναικοπαρέα. Λάθος! Δεν ήταν γυναικοπαρέα αυτή. Ήταν μια αγέλη λυσσασμένων και αγάμητων υαινών!
Εκείνη μού άναψε πράσινο κι εγώ έκανα το πρώτο βήμα. Όλα έδειχναν πως δεν ταιριάζαμε καθόλου. Εγώ συμβιβασμένη ρεφόρμα του κερατά, εκείνη καταληψού, πέρναγε τη μολότωφ απ' την τρύπα της βελόνας. Εγώ με λευκό ποινικό μητρώο, αυτή τα "δώδεκα ευαγγέλια"...
Ήταν όμως μια γυναίκα ηδονόχαρη. Το μάτι μου ξεκουραζόταν πάνω της. 
Σα να αποτελούσε την επιβεβαίωση της θεωρίας πως όταν δυο άνθρωποι πρέπει να συναντηθούν, θα συναντηθούν. Απ’ αυτούς εξαρτάται αν θα κολλήσουν ή θα προσπεράσει ο ένας τον άλλον από εγωισμό...
Βέβαια, ήμουν κι εγώ ψημένος κι έτοιμος να χωθώ στα πρώτα καλλίγραμμα μπούτια που θα μου έκαναν κεφαλοκλείδωμα. Περνούσα φάση "Δεν ψάχνω - Βρίσκω"!
Όταν ένιωθε όμορφα χαμογελούσε. Κι όταν χαμογελούσε έγλειφε τα χείλη της μ’ έναν μοναδικό τρόπο.
"Τι πίνεις;", τη ρώτησα. "Είμαι έτοιμη να πιω τα πάντα!", μου απάντησε...
Μαζί της θέλησα να ζήσω τη μεγαλειώδη δύναμη του θηλυκού. Αυτή που κάνει τους κηφήνες να πεθαίνουν αμέσως μόλις εκσπερματώνουν στη βασίλισσα. Τη δύναμη των θηλυκών υγρών που διαλύουν το αντρικό σπέρμα που είχε την ατυχία να τα συναντήσει...
Τα ποτά διαδέχονταν το ένα το άλλο. Το αλκοόλ έμπαινε στο αίμα, ανέβαινε στο κεφάλι και καθρεφτιζόταν στα πρόσωπά μας με τη μορφή μιας ηδονικής ανταύγειας.
Ήταν μια νύχτα διονυσιακή μαζί κι απολλώνια. Ιερή μέθη. Κατέβασα μια λάγκερ μονορούφι και κόντεψα να πάθω.
"Σ’ ευχαριστώ που υπάρχεις", της είπα ψιθυριστά. "Ήρθες στο απόγειο της μοναξιάς μου, όταν σε χρειαζόμουν πολύ"...
"Με συνοδεύεις στην απέναντι πλατεία;", μου απάντησε. "Θέλω να κατουρήσω".
Σημειωτέον πως ποτέ δεν χρησιμοποιούσε τις τουαλέτες των μαγαζιών. Τις σιχαινόταν. Έψαχνε μια σκοτεινή γωνιά κι απολάμβανε το κατούρημά της.
Όταν ήθελε να κατουρήσει δεν τη σταματούσε τίποτα. Δε λογάριαζε κανέναν. Μου έτυχε να σταματήσει στη μέση της λεωφόρου και να καθήσει στη νησίδα τρισευτυχισμένη για κάνα τρίλεπτο, τόσο διαρκούσε συνήθως η όλη διαδικασία...
Στο κρεβάτι τρελαινόταν να μου κάνει χαρακιές με τα νύχια της, να κολλάει στις πληγές τα σαρκώδη χείλη της και να βυζαίνει το αίμα μου. 
Το μουνί της ήταν εκκλησία. Κάθε αμαρτία εξαγνιζόταν με κάθε άγγιγμά του. Όταν ολοκληρώσαμε ακούστηκε η πιο δυνατή κραυγή της πόλης εκείνη τη νύχτα...
Την συνάντησα προχθές, ένα μόλις χρόνο μετά το χωρισμό μας. 
Δεν υπάρχει πιο ξενερωτικό απ’ το ν’ ανταμώνεις παλιές γκόμενες. Τις βλέπεις και κοντεύεις να τρελαθείς. 
Τι απόγινε εκείνο το κορίτσι που είχα ερωτευτεί; Πώς κατάντησε υστερική, ξινή κι αγέλαστη γυναίκα;

Δεν υπάρχουν σχόλια: